Όλο το διάστημα της προεκλογικής περιόδου, οι ψηφοφόροι ήταν φανατικά διχασμένοι και εξέφραζαν είτε πιο θετικές αντιδράσεις στο να κερδίσει τις εκλογές ο Μπάιντεν, είτε ενθουσιασμό στο να επανεκλεγεί ο Τραμπ ως πρόεδρος.
Περίπου το (53%) των ψηφοφόρων δήλωναν ότι θα αισθανθούν ανακούφιση εάν ο Μπάιντεν κερδίσει τις προεδρικές εκλογές του 2020, ενώ οι υπόλοιποι δήλωναν ότι θα είχαν αρνητικές αντιδράσεις. Ακόμα όμως και αυτοί που δεν τον ήθελαν, τον θεωρούσαν ενωτικό και μετριοπαθή πολιτικό.
Η πλειοψηφία των υποστηρικτών του Τραμπ (64%) δήλωναν ότι θα αισθανθούν ανακουφισμένοι εάν επανεκλεγόταν ο πρόεδρος, πολύ λιγότεροι (31%) έλεγαν ότι θα ήταν ενθουσιασμένοι. Εάν δε κέρδιζε ο Μπάιντεν, οι υποστηρικτές του Τραμπ έλεγαν ότι θα ένιωθαν απογοήτευση (66%), ενώ θυμό (31%). Σε όλες δε τις περιπτώσεις, οι αντιδράσεις των ψηφοφόρων και των δυο μερών, για διαφορετικούς λόγους, ήταν ανησυχητικές, επηρεαζόμενες από τις αντιδράσεις Τραμπ σε περίπτωση μη επανεκλογής του. Αυτές οι αντιδράσεις είναι που δημιούργησαν πρωτοφανή δεδομένα και δηλώσεις αμφισβήτησης του αποτελέσματος. Η καταμέτρηση δεν είναι απλώς ένα θρίλερ, είναι μια συνεχόμενη ανατροπή. Θα παραμείνει ο Ντόναλντ Τραμπ στο πόστο του ή θα τον διαδεχθεί ο Τζο Μπάιντεν στον Λευκό Οίκο; Ποιος είναι ο χαμένος και ποιος ο κερδισμένος; Υπάρχει;
Τελικά, το εκλογικό αποτέλεσμα είναι ο μεγάλος ηττημένος!
Ένα εκλογικό αποτέλεσμα το οποίο διαμορφώθηκε από μια προεκλογική περίοδο με ακραία πόλωση, μια πόλωση που κορυφώθηκε από την μεγαλύτερη, μη συνειδητοποιημένη αλλά υπαρκτή, προσέλευση ψηφοφόρων στην ιστορία των Αμερικανικών εκλογών. Η μεγαλύτερη ήττα όμως αυτών των εκλογών είναι ότι σε αυτή την εκλογική αναμέτρηση επικράτησε ο φόβος, ένας φόβος που διαμορφώθηκε από ένα πρωτοφανές ερώτημα: Στο πως θα αντιδράσει ο Τραμπ αν χάσει τις εκλογές. Αυτό το ερώτημα είναι μια ήττα της δημοκρατίας, των θεσμών, όχι μόνο στις Ηνωμένες Πολιτείες, αλλά διεθνώς. Οι απειλές και οι προσευχές στο να υπάρξει ομαλή μετάβαση στην μη εκλογή του Τραμπ, “κατάπιε” κάθε προσδοκία, κάθε στόχευση των ψηφοφόρων, όπως αυτές απορρέουν από την άσκηση του εκλογικού αποτελέσματος. Επιπλέον η επόμενη ημέρα βρίσκει και τους δύο υποψήφιους να δηλώνουν “εγώ κέρδισα” και αποφασισμένους να διεκδικήσουν και να προσωποποιήσουν το εκλογικό αποτέλεσμα, πριν καν οριστικοποιηθεί, υπέρ τους.
Η αναμέτρηση σκληρή και στη Γερουσία και στη Βουλή. Σε αντίθεση με την προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση, η χθεσινή δείχνει έναν μακρύ δρόμο, μη ομαλό, η πορεία του οποίου φάνηκε πριν την 3η Νοεμβρίου. Φάνηκε στις δηλώσεις, στην πόλωση, στον διχασμό, στις βιτρίνες των καταστημάτων που έκλεισαν με καδρόνια. Ανύπαρκτος ο πολιτικός πολιτισμός, ανύπαρκτη η Δημοκρατία της “Υπερδύναμης”, η οποία πλήττεται από την λεκτική “βαναυσότητα” του Προέδρου, με τον άλλο υποψήφιο να προσπαθεί να σταθεί απέναντι στον αντίπαλο του χωρίς να αφήσει την αξιοπρεπή πραότητα, η οποία δυσαρεστεί τους ψηφοφόρους του που τον θέλουν πιο μαχητικό. Ο Τραμπ διεκδικεί με την δική του αποφασιστικότητα και επιθετικότητα, με “πόλεμο” την νίκη του, ο Μπάιντεν πιέζεται από τους ψηφοφόρους του να ορθώσει ανάστημα και να μετατρέψει εν μια νυκτί την αμυντική του ήπια κουλτούρα σε επιθετική στάση.
Όμως ποιες είναι οι μέχρι στιγμής “δικές” τους Πολιτείες; Πόσο αιτιολογημένη σε αυτές η “νίκη” τους; Προβλεπόμενη; Τους χαρακτηρίζει;
Oι Πολιτείες του Ντόναλντ Τραμπ: Κεντάκι, Οκλαχόμα, Τένεσι, Αλαμπάμα, Μισισίπι, Νότια Καρολίνα, Αρκάνσας, Δυτική Βιρτζίνια, Ιντιάνα, Γουαϊόμινγκ, Λουιζιάνα, Βόρεια Ντακότα, Νότια Ντακότα, Φλόριντα, Kάνσας, Γιούτα, Μιζούρι, Νεμπράσκα, Άϊντάχο, Οχάιο, Αϊόβα
Oι Πολιτείες του Τζο Μπάιντεν: Βερμόντ, Βιρτζίνια, Νιού Τζέρσεϊ, Μασαχουσέτη, Μέριλαντ, Ιλινόις, Ρόουντ Άιλαντ, Ντέλαγουερ, Κονέκτικατ, Νέα Υόρκη, Κολοράντο, Ουάσιγκτον DC, Νιού Μέξικο, Νιού Χαμσάιρ, Καλιφόρνια, Όρεγκον, Πολιτεία της Ουάσιγκτον
Είναι ξεκάθαρο ότι η αναμέτρηση γίνεται “σώμα με σώμα”. Όμως το ερώτημα ποιος θα κερδίσει δεν έχει πλέον εκλογική αξία. Η υπερδύναμη έχασε την ισορροπία της, ο τρόμος και η πόλωση την εξαφάνισαν, τόσο ώστε και οι δύο υποψήφιοι, για διαφορετικούς λόγους, να είναι χαμένοι. Παγκόσμια αυτή η εκλογική αναμέτρηση θα μείνει σαν μια αναμέτρηση ενός διχασμένου λαού, που διεκδικεί απορρίπτοντας ή απορρίπτει διεκδικώντας χωρίς να βλέπει, χωρίς να συνειδητοποιεί αυτό που του συμβαίνει, τα δεινά του, τους θανάτους του. Υπάρχει ελπίδα άραγε; Πιθανόν, γιατί στη Δημοκρατία δεν υπάρχουν αδιέξοδα, ακόμα και σε αυτή που πυροβολείται άγαρμπα. Ας μείνουμε στο ότι η ψήφος του λαού είναι πάντα σεβαστή.